Η Ολομέλεια είναι κατηγορηματικά αντίθετη στην περιστολή του δικαιώματος πλήρους πρόσβασης του κατηγορουμένου στη δικογραφία.


Η Ολομέλεια των Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων, κατά τη συνεδρίασή της στις 13.9.2025 στον Πύργο Ηλείας, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:

Με έκπληξη λάβαμε γνώση για την αιφνίδια κυβερνητική πρωτοβουλία για την τροποποίηση του άρθρου 100 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας στην κατεύθυνση του περιορισμού της πρόσβασης των κατηγορουμένων σε στοιχεία της δικογραφίας. Με ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη αναγνώσαμε ανάρτηση στο διαδίκτυο του Υπουργού Δικαιοσύνης, με την οποία, σε υψηλούς τόνους, μέμφεται τη διαχρονική θεσμική εκπροσώπηση του δικηγορικού σώματος και υπερασπίζεται το περιεχόμενο της διάταξης που προωθεί προς ψήφιση για τη στέρηση της δυνατότητας πρόσβασης των κατηγορουμένων στο υλικό της δικογραφίας.

Για την αποκατάσταση της νομικής πραγματικότητας, οφείλουμε να αναφέρουμε τα εξής:

Α. Σε ό,τι αφορά το νομοθετικό προηγούμενο του 2014

Οι διατάξεις του άρθρου 12 ν. 4236/2014, που ενσωματώθηκαν στο άρθρο 101 του παλαιού ΚΠΔ, κατά την πενταετία που ίσχυσαν (έως το 2019) ουδέποτε εφαρμόστηκαν από τα δικαστήρια. Το δικηγορικό σώμα ήταν και είναι (τότε και σήμερα) σταθερά αντίθετο σε οποιαδήποτε απόπειρα φαλκίδευσης των υπερασπιστικών δικαιωμάτων. Είναι σαφές ότι κάθε περιορισμός της πρόσβασης του κατηγορουμένου στο υλικό της δικογραφίας υπονομεύει το δικαίωμα υπεράσπισης και συνιστά υποχώρηση του νομικού μας πολιτισμού και του Κράτους Δικαίου.

Το 2019 η ανωτέρω διάταξη, μετά από έντονες παρεμβάσεις και των Δικηγορικών Συλλόγων, καταργήθηκε με τον νέο ΚΠΔ (ν. 4620/2019) με ομόφωνη εισήγηση της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, στην οποία συμμετείχαν επιφανείς εκπρόσωποι του δικηγορικού και του δικαστικού σώματος και της ακαδημαϊκής κοινότητας. Η απάλειψη της διάταξης αποτέλεσε δικαίωση των διαχρονικών μας θέσεων.

Η καταργηθείσα διάταξη ουδέποτε επανήλθε σε ισχύ μετά την αλλαγή κυβέρνησης, ούτε και στις απανωτές (14 στον αριθμό) τροποποιήσεις του ν. 4620/2019. Απορίας άξιον, λοιπόν, γιατί, εάν η νέα νομοθέτηση ήταν επιβεβλημένη για τη χώρα –όπως διατείνεται ο Υπουργός– το Υπουργείο Δικαιοσύνης αδράνησε επί έξι χρόνια και προωθεί σήμερα εσπευσμένα τη σχετική τροποποίηση.

Περαιτέρω, εύλογα γεννώνται απορίες σχετικά με τις σκοπιμότητες της νομοθετικής πρωτοβουλίας και με την εσπευσμένη προώθηση της συγκεκριμένης διάταξης προς ψήφιση χωρίς κανένα προηγούμενο διάλογο (ούτε καν ενημέρωση) με τους θεσμικούς φορείς της Δικαιοσύνης, τους λειτουργούς και συλλειτουργούς της, την πανεπιστημιακή κοινότητα και τους επιστημονικούς φορείς του ποινικού δικαίου.

Β. Σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή Οδηγία

  1. Η χώρα μας δεν ήταν ούτε είναι υποχρεωμένη να υιοθετήσει την ανάλογη εξαίρεση που απαντά στην Οδηγία (ΕΕ) 2012/13. Η Οδηγία θέτει τα ελάχιστα κοινά πρότυπα προστασίας, αφήνοντας στα κράτη-μέλη τη δυνατότητα να διατηρήσουν τυχόν υψηλότερα πρότυπα προστασίας, όπως σαφώς ορίζεται στο άρθρο 10 αυτής («Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν επιτρέπεται να εκληφθεί ότι περιστέλλει ή αποκλίνει από τα δικαιώματα ή τις δικονομικές εγγυήσεις που κατοχυρώνονται από […] ή το δίκαιο οποιουδήποτε κράτους μέλους που παρέχει υψηλότερο βαθμό προστασίας»).

Γι’ αυτό και στο Προοίμιο της Οδηγίας διαλαμβάνεται ότι η μη πλήρης πρόσβαση στο υλικό της δικογραφίας «μπορεί» να επιτραπεί «σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο», όμως υπό προϋποθέσεις. Δηλαδή ουσιαστικά θέτει τους όρους της εξαίρεσης από τον κανόνα της πλήρους πρόσβασης, εφόσον κάτι τέτοιο προβλέπεται ήδη στο εθνικό δίκαιο, με την πρόσθετη επισήμανση ότι η εν λόγω εξαίρεση «πρέπει να σταθμισθεί έναντι των δικαιωμάτων υπεράσπισης του υπόπτου ή κατηγορουμένου», ενώ οι σχετικοί «περιορισμοί [στο δικαίωμα πλήρους πρόσβασης στη δικογραφία] θα πρέπει να ερμηνεύονται στενά» (σκ. 32).

Σε κάθε περίπτωση, από το γράμμα της Οδηγίας προκύπτει ότι ο περιορισμός του ανωτέρω δικαιώματος δεν μπορεί να ισχύει σε περιπτώσεις σύλληψης ή κράτησης του κατηγορουμένου.

  1. Είναι ανακριβές ότι σε όλα τα κράτη υπάρχει ανάλογη ρύθμιση. Για παράδειγμα, στη Γερμανία (άρθρο 147 γερμΚΠΔ), η μη πλήρης πρόσβαση στη δικογραφία περιορίζεται μόνο για λόγους που συνδέονται με το να μη τεθεί σε κίνδυνο η έρευνα και εφόσον αυτή δεν έχει ολοκληρωθεί από τον αρμόδιο εισαγγελέα. Ο περιορισμός αυτός πάντως δεν ισχύει στις περιπτώσεις σύλληψης και κράτησης.

Γ. Σε ό,τι αφορά τη νομολογία του ΕΔΔΑ

Η επίκληση των αποφάσεων του ΕΔΔΑ από τον Υπουργό είναι ατυχής. Αν κάποιος μελετήσει προσεκτικότερα το περιεχόμενό τους, θα διαπιστώσει ότι σε όλες τις αναφερόμενες υποθέσεις οι περιστάσεις ήταν εντελώς διαφορετικές και δεν σχετίζονται με γενική στέρηση πρόσβασης σε υλικό δικογραφίας.

(Ακολουθεί συνοπτική παρουσίαση των υποθέσεων Al Khawaja-Taherry vs UK, Berardi vs San Marino, Van Mechelen κατά Ολλανδίας, Van Wesenbeck κατά Βελγίου, Rowe & Davis vs UK, Paci κατά Βελγίου με τις διευκρινίσεις που παραθέσατε).

Δ. Συμπερασματικά

Είναι προφανές από όλα τα ανωτέρω ότι ούτε υποχρέωση έναντι της Οδηγίας υπάρχει, ούτε η διάταξη, όπως εισάγεται με τη γενικότητά της, συνάδει με τη νομολογία του ΕΔΔΑ, την οποία επικαλείται ο Υπουργός. Τουναντίον, φαλκιδεύει το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών σε δίκαιη δίκη και ναρκοθετεί βασικές αρχές του Κράτους Δικαίου σε σχέση με τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, όπως απορρέουν από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος και το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.

Η Ολομέλεια, για μία ακόμη φορά, εκφράζει την κατηγορηματική αντίθεσή της στην προωθούμενη τροποποίηση του άρθρου 100 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που περιστέλλει ουσιωδώς τα δικαιώματα του κατηγορουμένου και το δικαίωμα σε δικαστική προστασία και δίκαιη δίκη.

Καλούμε, έστω και την ύστατη στιγμή, την Κυβέρνηση και τον Υπουργό Δικαιοσύνης να αφουγκραστούν τη φωνή της νομικής κοινότητας, να αποσύρουν τη νέα ρύθμιση και να προβούν άμεσα σε διάλογο με τους φορείς της Δικαιοσύνης για το ζήτημα αυτό.

Σε αντίθετη περίπτωση, η Ολομέλεια εξουσιοδότησε τη Συντονιστική Επιτροπή να εισηγηθεί στους Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας τη στοχευμένη αποχή των δικηγόρων σε όσες υποθέσεις εφαρμοστεί η συγκεκριμένη διάταξη, τόσο κατά το στάδιο της ποινικής προδικασίας όσο και στο στάδιο της επ’ ακροατηρίω διαδικασίας.

Θέλεις να το κρατήσω σε πιο νομικό-επίσημο ύφος (όπως δημοσιεύεται σε δελτίο Τύπου) ή να το κάνω λίγο πιο απλό για ευρύτερο κοινό;